Ali
Greek Portraits, 4th part, London & Paris, A. Friedel, 1827
Ο Αλή Πασάς των Ιωννίνων πολυτελώς ενδεδυμένος, με κάλυμμα κεφαλής. Στο χέρι κρατά και φέρει στα χείλη αργιλέ.
ΑΞΙΩΜΑΤΟΥΧΟΙ|ΑΛΒΑΝΟΙ|ΔΙΟΙΚΗΣΗ|ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ|ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ
1827
Οθωμανική Αυτοκρατορία
Ιωάννινα
26
2
s009
Friedel
Ingrey & Madeley
Adam Friedel
Book page
"Drawn from life & published in London & Paris 1827. This print forms one of the series of Greek Portraits (4th part) now in course of publication in London & Paris by A. Friedel, and sold by the principal book & printsellers in town & country." "Vicaroy de' albine, ordinairement appellé ali Pacha. Executé d' après nature et publié à Londresn et à Pari, 1827, par A. Friedel. Ces dessins forment une serie de portraits des \grecs (4ième partie) et se trouve chez tous les principaux libraires et marchandi d' estampes à Paris et dans les départemants ." Πρόκειται για μέρος δίγλωσσης (αγγλικά και γαλλικά) εκδοτικής σειράς αφιερωμένης σε προτραίτα σχετικά με την Ελλάδα. Ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων (1741 ή 1744 - 1822) ήταν αλβανικής καταγωγής γεννημένος στο Τεπελένι της Ηπείρου και θεωρείται μία από τις πιο ενδιαφέρουσες και αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της Τουρκοκρατίας. Η οικογένειά του διατηρούσε κληρονομικά το μπεηλίκι του Τεπελενίου, ο πατέρας του Βελής, όμως, αντιμετώπισε τη συνδυασμένη επίθεση τοπικών αρχόντων και έχασε μεγάλο μέρος της περιουσίας του, τον τίτλο του και εν τέλει τη ζωή του το 1758. Υπό την καθοδήγηση της μητέρας του Χάμκως και σε εφηβική ηλικία, ο Αλής τέθηκε επικεφαλής ομάδας κλεφτών με σκοπό να ανακτήσει τα πατρογονικά προνόμια και πλούτη. Πέτυχε το στόχο του ανακτώντας τον έλεγχο του Τεπελενίου και εκδικούμενος σκληρά τους εχθρούς του. Οι επιτυχίες του στον στρατιωτικό τομέα, ωστόσο, προσέλκυσαν την προσοχή των οθωμανικών αρχών που ζήτησαν τη βοήθειά του στην αντιμετώπιση του απείθαρχου Πασά στο Σκουτάρι, τον οποίο ο Αλής νίκησε και σκότωσε. Ίδια ήταν η μοίρα του Πασά του Δέλβινου, Σελήμ. Ως αντάλλαγμα των υπηρεσιών του στην Υψηλή Πύλη, ο Αλής διορίστηκε δερβέναγας της Ρούμελης, θέση από την οποία πλούτισε αποκομίζοντας κέρδη από το λαθρεμπόριο και τη ληστεία. Το 1787 η συμμετοχή του στον πόλεμο εναντίον των ρωσικών δυνάμεων είχε ως αποτέλεσμα να του ανατεθή το πασαλίκι των Τρικάλων, εκείνος όμως τον επόμενο χρόνο κατέλαβε και την πόλη των Ιωννίνων, την οποία κατέστησε βάση της διοικητικής του περιφέρειας που ολοένα επεκτεινόταν γεωγραφικά. Εν τέλει, κατόρθωσε να γίνει κύριος της Ηπείρου (συμπεριλαμβανομένης της σημερινής Αλβανίας), της Θεσσαλίας, της Ρούμελης, περιοχής του Μωριά (οι γιοι του Βελής και Μουχτάρ είχαν αναλάβει το πασαλίκι του Μωριά και της Ναυπάκτου, αντιστοίχως), ενώ είχε δικαιοδοσία και σε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης. Η μεγάλη επέκταση της δύναμής του οφείλεται στον ιδίαιτερα σκληρό τρόπο διακυβέρνησης της επικράτειάς του, γεγονός που του χάρισε το προσωνύμιο "το λιοντάρι της Ηπείρου". Παρόλη τη σκληρή και φιλόδοξη στάση του, όμως, η αυλή του ήταν χώρος πνευματικής και καλλιτεχνικής αναγέννησης, όπως και επίσης και προορισμός πολλών Ευρωπαίων ταξιδιωτών, προεξάρχοντος του Λόρδου Byron. Οι στρατιωτικές και πολιτικές του επιτυχίες (αποκαλούνταν και "Μουσουλμάνος Βοναπαρτης") είχαν αναγκάσει τις ευρωπαϊκές δυνάμεις να τον θεωρούν ανεξάρτητη ηγεμονική πολιτική οντότητα και καθοριστικό παράγοντα στις γεωπολιτικές αλλαγές της εποχής. Σε αυτό συνέβαλλε και το γεγονός ότι ως κύριος της δυτικής οθωμανικής αυτοκρατορίας ήταν ο εγγύτερος γείτονάς τους. Η Αγγλία και η Γαλλία, μάλιστα, διέθεταν μόνιμους προξένους στα Ιωάννινα, ενώ ο ίδιος διακρινόταν για τους λεπτούς διπλωματικούς του χειρισμούς και για την ευκολία με την οποία άλλαζε στρατόπεδα εκμεταλλευόμενος τις ενδο-ευρωπαϊκές έριδες για δικό του όφελος. Τα βιβλία που δημοσιεύονταν για αυτόν, άλλωστε, μεγέθυναν το μύθο του τόσο στη Δύση, όσο και στην Ανατολή. Οι σχέσεις και η γνωριμία του με τους Ευρωπαίους που περνούσαν από το παλάτι του στα Γιάννινα, τον επηρέασαν και του κέντρισαν τη φιλοδοξία να εκσυγχρονίσει το χώρο όπου κυριαρχούσε, χωρίς βέβαια να πάψει ούτε στιγμή να είναι απολυταρχικός. Στο πλαίσιο αυτό, συνέλαβε την ιδέα για την ίδρυση ενός ελληνοαλβανικού κράτους, χωριστού από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Βάση του θα αποτελούσαν Έλληνες και Αλβανοί, με ελευθερία στη θρησκεία και τη γλώσσα. Το μεγάλο του σχέδιο ήταν να πάρει με το μέρος του τους Έλληνες με την αναγνωρισμένη οικονομική δραστηριότητα και μόρφωση, να ανανεώσει διοικητικά κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα της εποχής όλο το "βιλαέτι" του, να συγκρουσθεί με το Σουλτάνο Μαχμούτ Β’ και να κυριαρχήσει αυτός στον ευρωπαϊκό χώρο. Όταν οι πραγματικοί σκοποί του Αλή Πασά για ίδρυση δικής του αυτοκρατορίας έγιναν γνωστοί, ο Σουλτάνος Μαχούτ Β’ θορυβήθηκε και εξαπέλυσε εναντίον του επίθεση με πολυάριθμο στρατό, του οποίου ηγούνταν ο Χουρσίτ Πασάς (1820). Αφορμή για την εκστρατεία εναντίον του έδωσε ο ίδιος ο Αλής με την απόφασή του να δολοφονήσει τον πολιτικό του αντίπαλο Πάσο Μπέη στην Κωνσταντινούπολη, χώρο ιερό ως κατοικία του Χαλίφη και Σουλτάνου. Η πράξη του αυτή ερμηνεύτηκε ως ιεροσυλία και ο Αλής αποπέμφθηκε από την οθωμανική διοίκηση, αρνούμενος όμως να εγκαταλείψει τη θέση του. Παρά τον όγκο των σουλτανικών δυνάμεων και την προδοσία των γιων του, ο Αλής, σε βαθιά γεράματα, κατόρθωσε να διατηρηθεί για άλλα δύο χρόνια στο πασαλίκι αποκρούοντας τις δυνάμεις του Χουρσίτ. Τελικά, εκτελέστηκε στη μονή του Αγίου Παντελεήμονα στο νησί της Λίμνης των Ιωαννίνων και το κεφάλι, καθώς και τα κεφάλια των παιδιών του και του εγγονού του, στάλθηκαν στην Πύλη "πεσκέσι" στο Σουλτάνο. Η εμφάνιση αποσχιστικών τάσεων, όπως αυτή των Αλή Πασά και Πασβάνογλου, καθώς και οι επαναστατικές πρωτοβουλίες λαϊκών Βαλκάνιων ηρώων, όπως ο Ρήγας, επιβεβαιώνουν την απαρχή της πολιτικής και διοικητικής αποσύνθεσης της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η διαδικασία αυτή ξεκινά στα τέλη του 18ου αιώνα και θα κορυφωθεί με την Ελληνική Επανάσταση το 1821 και την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους το 1830, για να ακολουθήσουν στη συνέχεια εξεγέρσεις και των υπόλοιπων βαλκανικών λαών. Το αξίωμα του Πασά ήταν από τα σημαντικότερα στην οθωμανική διοικητική και στρατιωτική μηχανή, ανώτερο του Μπέη, αλλά κατώτερο του Μεγάλου Βεζίρη. Η καταγωγή της λέξης προέρχεται από την τουρκομανική "bash aga" που σήμαινε αρχηγός φυλής και την περσική "padeshah" που σήμαινε βασιλιάς και τη χρησιμοποιούσαν οι Σουλτάνοι ως επίσημο τίτλο τους. Ο Δανός Adam Friedel ήταν ένας από τους πολλούς Ευρωπαίους που συγκινημένοι από τον ελληνικό αγώνα για ελευθερία, διψασμένοι για περιπέτειες ή προσδοκώντας κέρδος βρέθηκαν στην Ελλάδα μετά το ξέσπασμα της Επανάστασης. Ο συγκεκριμένος έφθασε το 1821 με την ιδιότητα του καλλιτέχνη και του στρατιωτικού. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην επαναστατημένη Ελλάδα γνώρισε από κοντά τους περισσότερους οπλαρχηγούς και πολιτικούς (Κολοκοτρώνη, Νικηταρά, Μαυρομιχάλη, Μπότσαρη, Δ. Υψηλάντη, Κωλέττη, Μαυροκορδάτο, Μαυρογένους, Μπουμπουλίνα κ.ά.), αλλά και διακεκριμένους Ευρωπαίους, όπως το Λόρδο Byron. Τους περισσότερους από τους προαναφερθέντες σκιτσάρισε, μάλιστα, εκ του φυσικού και το 1824 που εγκαταστάθηκε στην Αγγλία τύπωσε τα πορτραίτα τους σε μία σειρά τεσσάρων τευχών, καθένα από τα οποία περιείχε έξι προσωπογαρφίες. Όπως και ο πίνακας του Delacroix για τη σφαγή της Χίου, οι προσωπογραφίες του Friedel λειτούργησαν υπέρ της Ελληνικής Επανάστασης ως σύμβολα ελευθερίας και αντίστασης στον απολυταρχισμό και ενίσχυσαν ακόμη περισσότερο το φιλελληνικό κίνημα. Ο Ελβετός Pierre Louis Bouvier (1766-1836), θεωρούνταν από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες μικργραφιών της γενιάς του.
2043